Πόσο επιτρεπτή είναι η ηχογράφηση (παγίδευση) τηλεφωνικών συνομιλιών;
Πολλές φορές, κατά τη διάρκεια καβγάδων και ιδιαίτερα συζυγικών, κατά την ανταλλαγή απειλητικών εκφράσεων μεταξύ των συζύγων, είτε εμπλοκής με άλλο τρίτο πρόσωπο, ένας εκ των εμπλεκομένων καταγράφει την όλη λεκτική και οπτική σκηνή στο κινητό του τηλέφωνο. Στην συνέχεια προσκομίζει το υλικό αυτό στον δικηγόρο του/της, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό μέσο σε ενδεχόμενη δίκη.
Θεωρείται νόμιμο αποδεικτικό μέσο το υλικό που με τον παραπάνω τρόπο αποκτήθηκε από κάποιον;
Η απάντηση στο ανωτέρω ερώτημα είναι αρνητική.
Καταρχήν, η εν αγνοία, και χωρίς την συναίνεση ενός των συνομιλητών μαγνητοφώνηση ιδιωτικής συνομιλίας ενέχει παγίδευσή του και, συνεπώς, αποτελεί δέσμευση και περιορισμό στην ελεύθερη άσκηση της επικοινωνίας. Γι' αυτό, ασχέτως του χώρου, όπου έγινε η συνομιλία, η μαγνητοταινία, στην οποία αυτή χωρίς τη συναίνεση του ετέρου των συνομιλητών αποτυπώθηκε, είναι συνταγματικά απαγορευμένο αποδεικτικό μέσο και δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί εναντίον του σε πολιτική δίκη, ανεξαρτήτως του προσώπου που επιχείρησε τη μαγνητοφώνηση, δηλ. έστω και αν πρόκειται για πρόσωπο που μετέσχε στη μαγνητοφωνηθείσα συζήτηση
Εξαίρεση από τον, συνταγματικής ισχύος, κανόνα της απαγορεύσεως των εν λόγω αποδεικτικών μέσων ισχύει μόνον χάριν της προστασίας συνταγματικά υπέρτερων έννομων αγαθών, όπως είναι λ.χ. η ανθρώπινη ζωή. Κάθε άλλη εξαίρεση από την ως άνω απαγόρευση, εισαγόμενη τυχόν με διάταξη κοινού νόμου, όπως είναι και ο Ποινικός Κώδικας, είναι ανίσχυρη κατά το μέτρο που υπερβαίνει το κριτήριο της προστασίας συνταγματικά υπέρτερου έννομου αγαθού. [Περιοδικό Δίκη
Παλαιά Τεύχη (1/00 - 12/04) > Τόμος 2001 > Μάϊος 2001 > Νομολογία > Σ 2 § 1 - Παραδεκτό επίκλησης μαγνητοφώνησης ιδιωτικής συζήτησης που διενεργήθηκε δίχως τη συναίνεση του συνομιλητή, ολομΑΠ 1/2001 με παρατ. Ε. Μπέη ]
Όταν η συνομιλία γίνεται δημόσια, η γνωστοποίηση του περιεχομένου αυτής είναι ποινικά αδιάφορη ενέργεια. Ο Συνταγματικός και κοινός Νομοθέτης διά των ανωτέρω διατάξεων θέλει να προστατεύσει την ιδιωτικότητα της επικοινωνίας, που αφορά την αποτύπωση διαλογισμών, πληροφοριών, ειδήσεων, έκφραση γνωμών, απόψεων, ανακοινώσεων, που λαμβάνουν χώρα στα πλαίσια της εμπιστευτικότητας μεταξύ αυτών. Η καταγραφή χωρίς την συγκατάθεση του τρίτου εκβιαστικών, απειλητικών, εξυβριστικών, συκοφαντικών ή δυσφημιστικών ενεργειών εκ φεύγουν του προστατευτικού πεδίου του νόμου. Διότι στην περίπτωση αυτή θα αποτελούσε κάλυμμα της παρανομίας, ενέργεια που δεν επιθυμεί ο Κοινός ή Συνταγματικός Νομοθέτης. Οι ανωτέρω Συνταγματικές διατάξεις έχουν θεσπιστεί για να προστατεύσουν την ιδιωτική ζωή και την εμπιστευτικότητα μεταξύ των ατόμων από κάποιους άστοχους λογισμούς ή έκφραση πολιτικών, θρησκευτικών, απόψεων και οι γνωστοποίηση αυτών σε τρίτους παρά την αντίθετη βούληση κάποιου εκ των συνομιλούντων. Η καταγραφή σε υλικό φορέα της ανωτέρω ιδιωτικής συνομιλίας (μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η διά του κινητού τηλεφώνου αποτύπωση της συνομιλίας αυτής χωρίς την συγκατάθεση του τρίτου συνιστά το έγκλημα που προβλέπεται στην διάταξη του άρθρου 370α παρ. 2 περ. β του ΠΚ όπως ισχύει σήμερα μετά την αντικατάσταση της από την διάταξη του άρθρου 10 του νόμου 3674/2008 (ΑΠ 453/2016, ΑΠ 495/2014, ΑΠ 1532/2013, ΒουλΣυμβΕφΘεσ 172/2012 ΓνΕισΑπ 12/2009, ΔιατΕισΕφΛαμ 24/2004 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ). [ΣυμβΕφΘεσ 250/2018, Απόρρητο επικοινωνίας. Ενδοοικογενειακή απειλή],